τουδημοσιογράφου Τάσου Γιαννόπουλου 
από το www.bloggers-tv.gr








Σήμερα είναι μια σημαδιακή μέρα για το νέο-ελληνικό πολιτισμό.
 Όχι τόσο τον πολιτισμό ως καλλιτεχνική έκφραση και δημιουργία, 
όσο ως πολιτισμικό υπόδειγμα, ως πρότυπο ζωής και δόμησης των
 κοινωνικών σχέσεων.
Ο λόγος για τη σημερινή συναυλία «20 χρόνια Φοίβος – 20 χρόνια επιτυχίες»,
 μία μάζωξη του νεοελληνικού σκυλο-ποπ προς τιμήν του 
«δημοφιλέστερου έλληνα συνθέτη», που ως δημοφιλέστερος
 είναι γνωστός με το μικρό του όνομα: «Φοίβος».
Ως «επιτυχίες» του εν λόγω συνθέτη προβάλλονται οι τεράστιες πωλήσεις
 των δίσκων και τα πελώρια κέρδη που αποκόμισε ο «Φοίβος» ως ένας υπερ-παραγωγικός (υψηλόβαθμος) “υπάλληλος” της εγχώριας μουσικής
 βιομηχανίας.
Όμως, ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία, θα μπορούσε να παραδεχθεί κανείς,
 είναι η
παγίωση του πολιτισμικού προτύπου που θέλοντας και μη υπηρέτησε η καλλιτεχνική πρόταση του Φοίβου: του ατομικιστικού καταναλωτισμού
της lifestyle ημιμάθειας, του illustration ωχαδερφισμού. 
Η σοβαροφανής (και ταυτόχρονα λαϊκή) υποκουλτούρα του Φοίβου
 ήταν το απαραίτητο συμπλήρωμα του κοινωνικού μοντέλου που 
επικράτησε τα τελευταία 20 χρόνια, για τα οποία αξίζει κανείς να 
γιορτάσει με μια νεοπλουτίστικη φιέστα: τα χρόνια της επίπλαστης 
ευμάρειας, του δανειοδοτούμενου νέο-πλουτισμού, του αμοραλιστικού
 ατομισμού, του ΠΑΣΟκισμού, του χρηματιστηρίου, της χυδαίας αγοραιοποίησης.΄
Τα μαγαζιά της νύχτας με τις ταμπέλες νέον, εκεί όπου έβγαζαν 
το «μεροκάματο» οι συμμετέχοντες στη σημερινή συναυλία 
(και άλλοι όμοιοί τους), τα μεγάλα ονόματα «της πίστας» ήταν
 το συμβολικό συνοδευτικό της τεχνητής ευμάρειας και της διάλυσης
 της συλλογικότητας. Όλοι μαζί, με τα πιο στρασαρισμένα ενδύματα
 κλεινόμασταν στα κέντρα ξεπλύματος χρήματος της Παραλιακής για
 να «ακούσουμε» ο καθένας μόνος του μέσα στην οχλαγωγία, 
τα βραχύβια «έργα» του Φοίβου και του σιναφιού του.
Στην πόρτα αφήναμε τα άγχη και τους προβληματισμούς μας, 
συντροφιά με τους βλοσυρούς και κομψευόμενους πορτιέρηδες που
 τώρα που καταρρέει ο κόσμος της υποκουλτούρας βρίσκουν παρηγοριά 
στις αγκαλιές της Χρυσής Αυγής. Ήταν άλλωστε η διάχυτη «καγκουρίλα»,
 απαραίτητη προϋπόθεση για τη γιγάντωση της νεοναζιστικής οργάνωσης.
 Και τα συγκεκριμένα «κέντρα διασκέδασης» φέρουν ακέραια την ευθύνη 
για την εδραίωση της «καγκουρίλας» αυτής.
Η εικοσαετία που διαπαιδαγώγησε μια γενιά με τέτοιου είδους πρότυπα και συμπεριφορές, μέσα στο εγωτιστικό πνεύμα του νεοφιλελεύθερου 
εκσυγχρονισμού (ο οποίος ανέχθηκε και τη μαφιόζικη “επιχειρηματικότητα”)
 παρήλθε με πάταγο και με κοινωνικά συντρίμμια. 
Και αυτό το τέλος μοιάζουν να διαισθάνονται οι “φορείς” του πολιτισμού
 και σπεύδουν να το γιορτάσουν με το γνώριμο τρόπο τους.
 Απόλυτα σωστοί στο timing, άλλωστε τα πάνε πολύ καλά με τους 
αριθμούς και το μάρκετινγκ.
Μοιάζει να είναι η σημερινή συναυλία στο ΟΑΚΑ
 (“επιτυχημένη” και η επιλογή του χώρου, για να μας θυμίζει
 και τη Μεγάλη Ιδέα των Ολυμπιακών Αγώνων), ο επιθανάτιος
 ρόγχος του μοντέλου των τσιφτετελλήνων που πλέον φαντάζει 
προσβλητικό απέναντι στα δεινά που περνάει μεγάλο κομμάτι 
της κοινωνίας μας. Ελπίζω ως κύκνειο άσμα να το αντιμετωπίζουν 

και οι συμμετέχοντες αναγνωρίζοντας ότι η μπογιά τους έχει περάσει
 ανεπιστρεπτί μαζί με την  εποχή που την δημιούργησε.